Το ιστολόγιο της Αγγελικής Π. Σούλη

Η καταγραφή των αναγνώσεων αυτών ξεκίνησε από την επιθυμία μου να μην ξεχασθούν ιδέες και συναισθήματα που κάποτε με είχαν συγκινήσει.
Γράφοντας συνειδητοποίησα ότι ο χρόνος που αφιέρωνα στην ανάλυση, σύνθεση, αξιολόγηση του έργου, μου χάριζε ένα αίσθημα δημιουργίας.
Η επαγγελματική μου απασχόληση (φιλόλογος) μου έδωσε τα κίνητρα και τα μέσα για αυτές τις αναγνώσεις. Κι έτσι με συνεπήρε το ταξίδι της ανάγνωσης και της γραφής!
Κι ανοίχτηκε μπροστά μου ένας ολόκληρος κόσμος, σχεδόν ανεξερεύνητος,της δημιουργικής ανάγνωσης και γραφής.
"Η ανάγνωση δεν μπορεί να είναι ούτε μία ούτε άπειρες" όπως τονίζει ο Ουμπέρτο Έκο, αφού η υποκειμενική ερμηνεία του γράφοντος πρέπει να δένει με τους περιορισμούς που θέτει το κείμενο.

Και μια διευκρίνιση:
Καμμιά ανάγνωση δεν μπορεί να αντικαταστήσει το ίδιο το βιβλίο αλλά μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο ανάμεσα στον αναγνώστη και στο βιβλίο φωτίζοντας το, κάνοντας το πιο κατανοητό και καλλιεργώντας συγχρόνως τη φιλαναγνωσία.



Τρίτη 15 Μαρτίου 2011

Βασίλειος Μαρκεζίνης: Μέρος Γ!


Ο ΝΕΟΣ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΣ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΣ

        Μια νέα αντίληψη περί πατριωτισμού άρχισε να αναδύεται στις ΗΠΑ κατά τη δεκαετία του 1980, όταν με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης οι ΗΠΑ παρέμειναν η μοναδική υπερδύναμη στον κόσμο. Αυτός ο αμερικάνικος εθνικισμός, μεσσιανικού τύπου, έφτασε στην κορύφωση του επί Μπους του νεότερου. Ο νέος αμερικάνικος εθνικισμός έκφραζε κυρίως τα συντηρητικά τμήματα της αμερικάνικης κοινωνίας αλλά είχε και υποστηρικτές από το δημοκρατικό χώρο και πίστευε ότι είχε ιερή αποστολή για την ανθρωπότητα να εξάγει στο εξωτερικό το αμερικάνικο πολίτευμα και τον πολιτισμό του, επειδή ήταν τα τελειότερα που εμφανίστηκαν επί γης. «Εμείς αποτελούμε το παράδειγμα για τον κόσμο, το οποίο πρέπει οι άλλοι να ακολουθήσουν» τονίζει ο πρόεδρος Ρήγκαν. Η στρατιωτική και τεχνολογική υπεροχή των ΗΠΑ ήταν το μέσον που τη βοηθούσε να επιβάλλει τον μεσσιανικού τύπου εθνικισμό της διεξάγοντας υπερπόντιους πολέμους. Μάλιστα υπερηφανευόταν, στον καιρό της παγκόσμιας μονοκρατορίας της, ότι μπορούσε να διεξάγει συγχρόνως δυο και μισούς υπερπόντιους πολέμους.
Αυτό το νέο αμερικάνικο δόγμα φρόντισε να αποκτήσει και τους θεωρητικούς του, νεοσυντηρητικούς φιλοσόφους και ιστορικούς, που του παρείχαν ιδεολογική κάλυψη. Πρώτος ο Ίρβινγκ Κρίστολ παρουσίασε την ανάγκη μετάβασης των ΗΠΑ από έναν «παθητικό» εθνικισμό σ’ έναν «ενεργητικό», που έθετε ως καθήκον της Αμερικής τη διάδοση των ιδεών κι αξιών της στους «βαρβάρους»(2Ο βιβλίο, σ.398). Στη συνέχεια ο Φουκουγιάμα έγραψε το έργο το «Τέλος της Ιστορίας», εκμεταλλευόμενος την άποψη του Γερμανού φιλόσοφου του 19ου αιώνα Έγελου, ότι η ιστορία της ανθρώπινης σκέψης(ιδεολογίας) και κατά συνέπεια των ανθρωπίνων κοινωνιών δεν είναι απεριόριστη αλλά θα τερματιστεί κάποτε, όταν η ανθρώπινη κοινωνία θα έχει εκπληρώσει τις βαθύτερες και βασικότερες επιθυμίες της. Στο έργο αυτό ο Φουκουγιάμα ισχυρίζεται ότι η στιγμή αυτή έφτασε στις μέρες μας χάρις στη  φιλελεύθερη δημοκρατία, αμερικάνικου τύπου, που σηματοδοτεί το τέλος της εξελικτικής πορείας των πολιτικών συστημάτων. Μάλιστα φρόντισαν η έκδοση του έργου αυτού να συμπέσει χρονικά με την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, για να γίνουν πιο πιστευτοί!
Ακόμα ο Χάντινγκτον με το έργο του «Σύγκρουση πολιτισμών» προβάλλει τις διαφορές φυλετικές, θρησκευτικές των λαών ως αιτία των συγκρούσεων τους κι απαλλάσσει το δυτικό πολιτισμό απ’ την κατηγορία ότι αυτός έχει προκαλέσει τις περισσότερες συγκρούσεις λαών παγκόσμια. Αυτές οι ακαδημαϊκές θεωρίες, τονίζει ο συγγραφέας, έχουν προσαρμοστεί κατά το δοκούν για να δικαιολογούν συγκεκριμένα γεωπολιτικά γεγονότα και να νομιμοποιούν τις αμερικάνικες στρατηγικές αντί να ομογενοποιούν διαφορετικές πολιτισμικές απόψεις. Έτσι προκάλεσαν την αντίδραση πολλών διανοουμένων παγκόσμια, κυρίως όμως Τούρκων κι Ιρανών πανεπιστημιακών, που αντιτίθενται στην αμερικάνικη ηγεμονική κοσμοαντίληψη. Πίσω όμως από την επιθυμία των Αμερικανών να εξάγουν το πολίτευμα τους στους άλλους κρύβονται οι παγκοσμιοποιημένες φιλοδοξίες των μεγαλοεπιχειρηματιών και του αμερικάνικου κράτους να ελέγχουν τις ενεργειακές πηγές του κόσμου.
 Αυτή  η αντίληψη να βλέπουν τους εαυτούς τους ως μόνη ηγέτιδα δύναμη ενός μονοπολικού κόσμου είχε αρνητικές συνέπειες για την παγκόσμια ισορροπία, αφού  έγιναν επιθετικοί κι επικίνδυνοι για τ’ άλλα έθνη. Πιο συγκεκριμένα μετάλλαξαν κι υπονόμευσαν βασικές έννοιες του Διεθνούς Δικαίου, όπως «εθνική κυριαρχία» που κατείχε κεντρική θέση στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή από τη Συνθήκη της Βεστφαλίας (1648) επιδιώκοντας την αλλαγή του διεθνούς συστήματος για να ενισχύσουν τη δική τους ασφάλεια. Εξαιρούσαν τους εαυτούς τους απ’ το πλαίσιο των Διεθνών Συνθηκών, το σεβασμό των οποίων, κατά το παρελθόν, συνιστούσαν προς τους άλλους λαούς. Δημιούργησαν νέες έννοιες, όπως προληπτικός ή ανθρωπιστικός πόλεμος, διαστρεβλώνοντας το νόημα των λέξεων για να δικαιολογήσουν τις αποτρόπαιες πράξεις τους. Λέει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος Μπούς, ο νεώτερος «Δεν με νοιάζει τι λένε οι ειδικοί του διεθνούς δικαίου: θα τους πατήσουμε…» Γράφει η Φίλις Σλάφλι, μια ηγετική μορφή της χριστιανικής Δεξιάς (2Ο β, σ.152) «Οι Διεθνείς Συνθήκες και Διασκέψεις αποτελούν άμεση απειλή για τον αμερικανό πολίτη […]διότι θα μείωναν τα δικαιώματα μας, την ελευθερία και την κυριαρχία μας. Εμείς οι Αμερικανοί έχουμε μια συνταγματική δημοκρατία τόσο μοναδική, τόσο πολύτιμη και τόσο επιτυχημένη, ώστε θα ήταν παράλογο να βάλουμε το κεφάλι μας στον ίδιο ζυγό με οποιαδήποτε άλλη χώρα». Δυστυχώς σήμερα η ακροδεξιά, παρ’ όλες τις προσπάθειες του νέου προέδρου Ομπάμα, συνεχίζει να έχει δύναμη στην Αμερική. Τα «πάρτι τσαγιού» που διοργανώνουν είναι ένα δείγμα της παρουσίας τους.
Πίσω απ’ τους «προληπτικούς» πολέμους που διεξήγαγε η Αμερική κρυβόταν κι ο φόβος που είχαν κατά βάθος για την ασφάλεια τους –παρ’ όλο που παρουσιάζονταν ως μονοκράτορες- Αυτός ο φόβος τούς ωθούσε να σκέπτονται πως θα εξουδετερώσουν πιθανούς εχθρούς τους στο μέλλον, με το να θέλουν να εξαλείψουν τα καθεστώτα που διαφωνούσαν με το αμερικανικό. Γι αυτό οι υπερπόντιοι πόλεμοι αυξήθηκαν την περίοδο του επιθετικού εθνικισμού τους κάνοντας την τεχνολογική τους υπεροχή κεντρικό στοιχείο της αμερικάνικης στρατηγικής σκέψης (2ο, σ.41). Για παράδειγμα κτυπούσαν το στόχο τους με τις λεγόμενες «έξυπνες βόμβες», οι οποίες σημάδευαν από πολύ μακριά με χειρουργική ακρίβεια το σημείο που ήθελαν να κτυπήσουν ή χρησιμοποιούσαν τη βόμβα «Μαργαριτοκόφτης»(σ.41), η οποία απορροφούσε όλο το οξυγόνο του περιβάλλοντος, εκεί όπου έπεφτε, προκαλώντας τεράστιες καταστροφές!! Από την άλλη γιατί αυτοί οι μονοκράτορες ήθελαν να εξασφαλίζουν συμμάχους στις υπερπόντιες εκστρατείες τους, όπως Αγγλία, Ισπανία στον πόλεμο κατά του Αφγανιστάν ή η επίθεση Σερβίας έγινε με τις ευλογίες του ΝΑΤΟ; Το πιο πιθανόν για να νομιμοποιούν τις επιθέσεις τους παίρνοντας την έγκριση διεθνών οργανισμών, ΟΗΕ, ΝΑΤΟ ή δείχνοντας ότι οι πόλεμοι είναι αποτέλεσμα κοινής απόφασης κάποιων λαών.
Τελικά οι ΗΠΑ για πρώτη φορά μετά το τέλος του Β! Παγκοσμίου πολέμου περνάει σήμερα κρίση διεθνούς νομιμότητας, αφού αμφισβητείται η Νέα Παγκόσμια Τάξη,  όπως την ονομάζει, και την οποία θέλει να επιβάλλει. Η οικονομική κρίση του 2008, έδειξε ότι για τον καπιταλισμό, αμερικάνικου τύπου, δεν μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι, ο οποίος στηρίζεται στο νεοφιλελεύθερο μοντέλο οικονομίας, ή αλλιώς στον χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό της άυλης οικονομίας. Οι ΗΠΑ  εξακολουθεί να είναι μια παγκόσμια δύναμη αλλά όχι αυτή που ήταν τις προηγούμενες δεκαετίες.



                                                  
    


Η Ρωσία είναι μια χώρα που προβληματίζει πολύ τον συγγραφέα, γι αυτό πολλά δοκίμια του έχουν ως θέμα είτε το οικονομικό της σύστημα(ενδεικτικά αναφέρω: 2ο βιβλίο,σ.93-101) είτε τη γεωπολιτική στρατηγική της (2ο, 346-359), είτε τα πλεονεκτήματα μιας πιθανής στο μέλλον ρωσο-ευρωπαϊκής συνεργασίας( 2ο , 230-4) είτε τη σύγκριση της αμερικάνικης και ρωσικής οικονομίας(1ο , 3ο κεφ) με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της καθεμιάς, είτε τη μάχη της για τους αγωγούς μεταφοράς ενέργειας (1ο, 7ο κεφ) κι ακόμα τη σκιαγράφηση της προσωπικότητας του Πούτιν (1ο , 9ο κεφ). Ο συγγραφέας πιστεύει ότι αξίζει να ασχοληθεί με τη Ρωσία, διότι η γειτνίαση της με την Ευρώπη κι ο τρόπος που αντιμετωπίζει τις προκλήσεις του σήμερα την καθιστούν βασικό παίκτη στο διεθνές πολιτικό παιχνίδι.
Όσον αφορά το οικονομικό της σύστημα ακολουθεί ένα μοντέλο ανάπτυξης λιγότερο φιλελεύθερο απ’ ότι οι ΗΠΑ, αφού οι ζωτικοί τομείς της οικονομίας της ελέγχονται από κρατικούς οργανισμούς και κρατικές βιομηχανίες, όπως η ενέργεια (Gazprom, Yukos) οι μεταφορές (Αεροφλότ, σιδηρόδρομοι), η πολεμική βιομηχανία. Μάλιστα δόθηκε και δίνεται ακόμα και σήμερα μάχη με τους λεγόμενους ολιγάρχες, που δημιούργησε η οικονομική πολιτική του Γιέλτσιν κυρίως, όταν τέτοιοι βασικοί τομείς της οικονομίας πέρασαν στα χέρια ιδιωτών. Ο Πούτιν   προσπαθεί να ανακόψει το ρεύμα αυτό και συχνά έχει συγκρουστεί με πανίσχυρους οικονομικά ολιγάρχες ξεκαθαρίζοντας τους ότι δεν προτίθεται να ξεπουλήσει βασικούς τομείς της οικονομίας κάνοντας αποκρατικοποιήσεις. Επίσης τους τονίζει οι δραστηριότητες τους να μένουν εκτός πολιτικής και να πληρώνουν τους φόρους τους. Μάλιστα τον πρώην διευθυντή του πετρελαϊκού κολοσσού Yukos, τον Χοντορκόφσκι, επειδή υπερέβη τα όρια που είχαν τεθεί, τον «έστειλε» στη Σιβηρία, θέτοντας υπό κρατικό έλεγχο την Υukos.
 Η ανάκαμψη της ρωσικής οικονομίας –μετά την κατάρρευση της επί Γιέλτσιν, τον καιρό του μετασχηματισμού της από κομμουνιστική σε καπιταλιστική- οφείλεται κατά πολύ και στην ισχυρή προσωπικότητα του Πούτιν, στο πρόσωπο του οποίου η Ρωσία ευτύχησε να βρει τον άξιο ηγέτη, που την έβγαλε από την κρίση. Ο συγγραφέας συμπεριλαμβάνει τον Πούτιν ανάμεσα στους ηγέτες παγκοσμίως που θαυμάζει (ενδεικτικά: Ντελόρ, Ερντογάν, Πέρες), κι εύχεται μακάρι κι η Ελλάδα να βρει έναν αντίστοιχο ηγέτη στις δύσκολες ώρες που περνά.
O ορυκτός πλούτος της Ρωσίας αποτελεί το ισχυρό σημείο της βιομηχανίας της. Η Ρωσία έρχεται πρώτη στον κόσμο στα κοιτάσματα φυσικού αερίου και δεύτερη στην εξαγωγή πετρελαίου μετά τη Σαουδική Αραβία. Δεύτερη επίσης έρχεται στα κοιτάσματα άνθρακα που διαθέτει. Ακόμα έχει πλούσια μεταλλεύματα σε αλουμίνιο, χάλυβα αλλά και ουράνιο κι οξείδια του ουρανίου για την κατασκευή πυρηνικών. Οι μεγάλες ποσότητες ξυλείας συμπληρώνουν τα κύρια εξαγώγιμα προϊόντα σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, οι οποίες εξάγουν κυρίως βιομηχανικά προϊόντα αλλά γεωργικά.
Πρέπει όμως να σημειωθεί ότι η ανάκαμψη της ρωσικής οικονομίας οφείλεται επίσης   και στα δάνεια από δυτικές τράπεζες, που συνέρευσαν στη Ρωσία μέχρι την οικονομική κρίση του 2008, περίπου μισό τρις δολάρια, και που επενδύθηκαν σε τηλεπικοινωνίες, αυτοκίνητα, τράπεζες, βιομηχανίες. Προτιμήθηκε ο δανεισμός από τράπεζες αντί των ιδιωτών επενδυτών που θα γίνονταν συνέταιροι τους. Έτσι σήμερα η Ρωσία διαθέτει αποθέματα σε ευρώ και δολάρια, τα οποία δεν χρησιμοποίησε για να σώσει τις τράπεζες της από την οικονομική κρίση του 2008 –εξάλλου θα έσωζε 50 μόνο από τις 1100 που υπάρχουν στη Ρωσία- αλλά προτιμάει το χρήμα αυτό να το χρησιμοποιεί για γεωπολιτικούς, στρατηγικούς στόχους. Με πιο απλά λόγια η Ρωσία προτίμησε να υποτιμήσει το εθνικό της νόμισμα, το ρούβλι, στηρίζοντας πιο πολύ την κρατική οικονομία της παρά τους ιδιώτες επιχειρηματίες. Οι κρατικές αποταμιεύσεις της το 2008 ανέρχονταν στα 400δις δολάρια, ενώ της Αμερικής ήταν 340δις και τα φημολογούμενα της Κίνας 2,5 τρις δολάρια.
 Οι Ρώσοι έχουν συνηθίσει σε μια πιο αυταρχική διακυβέρνηση, αρχής γενομένης από το τσαρικό καθεστώς και στη συνέχεια από το κομμουνιστικό, γεγονός που δικαιολογεί και το ισχυρό κράτος που θέλει να οικοδομήσει ο Πούτιν, σε αντίθεση με την Αμερική που έχει συνηθίσει σε πιο φιλελεύθερο καθεστώς. Η νοοτροπία αυτή περνά και στη συμπεριφορά της εργατικής της τάξης, που δεν έχουν συνηθίσει σε απεργίες και διαδηλώσεις, που τόσο συχνά γίνονται στη Δύση. Επίσης ο Τύπος και η Εκκλησία στηρίζουν κατά βάθος την κρατική εξουσία. Άλλη κουλτούρα λοιπόν έχουν οι Ρώσοι, που επηρεάζει την οργάνωση της οικονομίας τους.
 Το ερώτημα που θέτει η προβλεπτική γεωπολιτική είναι: η Ρωσία κατά πόσο είναι διατεθειμένη να μετακινηθεί στο μέλλον προς ένα καθεστώς περισσότερο φιλελεύθερο για να προσελκύσει έτσι δυτικές επενδύσεις, κύρια από την Ευρώπη; Αν προχωρήσει η φιλελευθεροποίηση αυτή οι πολιτικές ισορροπίες της Δύσης με το Κρεμλίνο θα μείνουν ανεπηρέαστες; Ο συγγραφέας υποθέτει ότι η Ρωσία θα μπορούσε να συνεργαστεί με τη Δύση, εάν το ΝΑΤΟ και η ΕΕ σταματούσαν να απειλούν ζωτικά συμφέροντα της στην άμεση περιφέρεια της (Ουκρανία, χώρες Βαλτικής, Μολδαβία, Πολωνία, Γεωργία).

Ως προς τις υποδομές όμως η Ρωσία υστερεί έναντι των ΗΠΑ, οι οποίες διαθέτουν τρία απ’ τα καλύτερα φυσικά λιμάνια του κόσμου (Νέας Υόρκης, Σαν Φραγκίσκο, Τσέζαπικ), ένα έξοχο σύστημα συνδεόμενων πλωτών ποταμών, κι άριστο οδικό δίκτυο. Αντίθετα η Ρωσία έχει αντίξοο κλίμα, που δυσχεραίνει την ανάπτυξη της γεωργίας και την κατασκευή και συντήρηση του συστήματος μεταφορών της, το οποίο απαιτεί υψηλές δαπάνες.  Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μην μπορούν να αναπτυχθούν ακμαίες εσωτερικές αγορές, και γενικότερα το εμπόριο κι επιπλέον να μετακινηθούν τα στρατεύματα. Μάλιστα οι σιδηροδρομικές της γραμμές έχουν μεγαλύτερο πλάτος από τις ευρωπαϊκές, οπότε αναγκάζονται να κάνουν μεταφόρτωση των εμπορευμάτων στα σύνορα με την Ευρώπη. Ακόμα η Αμερική και η Ρωσία έχουν μακρόχρονη παράδοση στην εκπαίδευση, επιστήμες, βιομηχανία αλλά η αμερικάνικη τεχνογνωσία στις βιομηχανικές τεχνικές κατέχει την κορυφαία θέση παγκοσμίως.
Η γεωγραφική της έκταση είναι το μεγάλο πλεονέκτημα της Ρωσίας, αφού εκτείνεται από τον Ατλαντικό (Βαλτική θάλασσα) ως τον Ειρηνικό ωκεανό (Βλαδιβοστόκ Σιβηρίας), γεγονός που, εκτός των πλουσιότατων πρώτων υλών που της χαρίζει, την κάνει να καταλαμβάνει πολλή μεγάλη έκταση δυο ηπείρων, της Ευρώπης κι Ασίας. Αυτό συνειδητοποίησε ο Αμερικανός  Spykman[1] και στη γεωπολιτική θεωρία του τόνισε ότι καμιά χώρα στον κόσμο δεν μπορεί να έχει την παγκόσμια κυριαρχία, αν δεν ελέγχει την ενδοχώρα(=Ρωσία) αυτής της κεντρικής ηπείρου του πλανήτη μας(Ευρωασίας). Ο «γίγαντας των στεπών»την χαρακτηρίζει ο Νταβούτογλου, με μειονέκτημα όμως την αραιοκατοίκηση της, όπου συγκριτικά με την Κίνα και τις Ινδίες υστερεί σε πληθυσμό.
Η γεωγραφική της θέση όμως δεν είναι τόσο πλεονεκτική, διότι βρίσκεται «στριμωγμένη» στα βάθη της Ευρωασίας, χωρίς πρόσβαση στις θερμές θάλασσες, που δεν παγώνουν ποτέ. Συγκριτικά οι ΗΠΑ είναι πιο ευνοημένη από την τύχη, διότι βρίσκεται μεταξύ δυο ωκεανών, Ατλαντικού κι Ειρηνικού, που δυσκολεύουν την από την θάλασσα επίθεση της. Για τις επιθέσεις όμως που εξαπολύει η ίδια στις μακρινές γι αυτήν ηπείρους ανέπτυξε την πολεμική τεχνολογική υπεροχή της (πχ αεροπλανοφόρα πλοία)[2]. Επίσης η Ρωσία δεν έχει φυσικά γεωγραφικά σύνορα (μεγάλους ποταμούς, ψηλά βουνά) από την πλευρά της Ευρώπης, που θα την προστάτευαν από μια πιθανή εισβολή στα εδάφη της, από την πλευρά εκείνη. Γι αυτό αναγκάζεται να δημιουργεί προστατευτικές ζώνες γύρω της, προσπαθώντας να κρατά υπό την επιρροή της τις χώρες με τις οποίες συνορεύει στην Ευρώπη.
Ο ρωσο-αμερικάνικος ανταγωνισμός όμως που διεξάγεται, σήμερα, για τις σφαίρες επιρροής τους στα ευρωπαϊκά εδάφη δημιουργεί προβλήματα στην ΕΕ, η οποία επιθυμεί ειρήνη κι ασφάλεια με τη γείτονα Ρωσία. Κάποιες από τις ευρωπαϊκές χώρες, που βρίσκονται πάνω στο γεωπολιτικό κενό που δημιουργήθηκε με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης,  έχουν φροντίσει οι ΗΠΑ να τις πάρουν υπό την κηδεμονία τους (Πολωνία, Μολδαβία, χώρες Βαλτικής, Γεωργία)  ενώ άλλες όπως η Ουκρανία επέστρεψαν στη ρωσική επιρροή. Ο έλεγχος της Ουκρανίας από τη Ρωσία είναι επιτακτικός για πολλούς λόγους. Πρώτον της διασφαλίζει την έξοδο της στον Εύξεινο Πόντο κι από κει στη Μεσόγειο, δεύτερον είναι ο σιτοβολώνας της Ρωσίας, τρίτον την αισθάνεται φυλετικά κοντά της, αφού το κράτος του Κιέβου θεωρείται η κοιτίδα των Ρώσων, τέταρτον της προσφέρει μία από τις καλύτερες διαδρομές προς τον Καύκασο και πέμπτον κατοικούν εκεί 15.000.000 άτομα ρωσικής καταγωγής.
Ο ρωσο-αμερικάνικος όμως ανταγωνισμός -που έχει ξεκινήσει από την εποχή του Ψυχρού πολέμου, όταν οι ΗΠΑ συμπεριέλαβαν στο γεωπολιτικό σχεδιασμό τους την περικύκλωση της Ρωσίας, σύμφωνα με τη θεωρία του Spykman- συνεχίζεται ακόμα και σήμερα στον Καύκασο και στις χώρες της Κεντρικής Ασίας, που ανήκαν κάποτε στην πρώην Σοβιετική Ένωση, αλλά και στο Αφγανιστάν, κι Ιράν. Η Αμερική θέλει να ελέγχει τις χώρες αυτές, όχι μόνο για τον ορυκτό πλούτο τους αλλά και για να ελέγχει την αχανή ενδοχώρα (= Ρωσία) της μεγαλύτερης σε έκταση ηπείρου στον κόσμο, διότι μόνο τότε δεν θα μπορεί καμιά χώρα να αμφισβητήσει την παγκόσμια ηγεμονία της.
Στον 21ο όμως αιώνα, που αναπτύσσονται οι πολυπληθείς  Κίνα και Ινδία, πως θα εξελιχτεί το γεωπολιτικό παιχνίδι παγκόσμια; Ποιες καινούργιες συμμαχίες μπορεί να προκύψουν; Ο συγγραφέας, που αρέσκεται στη προβλεπτική γεωπολιτική, την οποία παρομοιάζει με μια συναρπαστική παρτίδα σκάκι, φαντάζεται να επικρατεί ένα τριπολικό παγκόσμιο σύστημα (Αμερική, Ρωσία, Κίνα) ή μια παραλλαγή του παλαιού διπολικού, χωρίς να το κατονομάζει. Κι ο αναγνώστης δεν μπορεί να μη σκεφτεί τότε: Αμερική κατά Ρωσίας, με στρατηγικούς συμμάχους, ποιους; μάλλον την Κίνα δίπλα στην Αμερική και την Ευρώπη δίπλα στη Ρωσία; Εκεί μάλλον οδηγεί ο ζήλος του συγγραφέα για μια Ευρώπη ισχυρή –που μόνο μέσα από την ολοκλήρωση της ενοποίησης της θα το πετύχει και με τη Ρωσία δίπλα της που έτσι κι αλλιώς εκ φύσεως (γεωγραφικά) είναι δεμένες μαζί. «Ο χρόνος, όπερ δείξαι», που έλεγαν και οι αρχαίοι ημων πρόγονοι!
Υ.Γ
Η πολιτική της Ρωσίας για τους αγωγούς μεταφοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου στην Ευρώπη καθώς και τα αίτια που καθιστούν αναγκαία τη προσέγγιση Ευρωπαϊκής ένωσης και Ρωσίας (ευρωσιατισμός) περιγράφονται στο κεφάλαιο για την νέα εξωτερική πολιτική της Ελλάδας.
  
                                                                                      Σούλη Αγγελική,
                                                                                      Αθήνα 8/02/2011
                                            ΤΕΛΟΣ

[1] Νταβούτογλου, Το στρατηγικό βάθος
[2] Νταβούτογλου, Το στρατηγικό βάθος

Κυριακή 13 Μαρτίου 2011

Βασίλειος Μαρκεζίνης: Μέρος Β!

Ο συγγραφέας Σπύρος Μαρκεζίνης, αφού μας εξήγησε για ποιούς λόγους πρέπει να αλλάξει η ελληνική εξωτερική πολιτική (βλέπε στο ίδιο μπλοκ),  στη συνέχεια  παρουσιάζει τους στόχους που πρέπει να θέσει η νέα ελληνική εξωτερική πολιτική. 
2.Οι ΣΤΟΧΟΙ να επικεντρωθούν στα εξής: Βαθμιαία ανεξαρτοποίηση μας από την πολιτική των ΗΠΑ  Είναι ευκαιρία λοιπόν αυτή τη χρονική στιγμή, που η κατάσταση στη διεθνή σκηνή είναι ρευστή και που οι ΗΠΑ στο εσωτερικό τους αντιμετωπίζουν πολλά προβλήματα και δεν μπορούν πλέον να παίξουν το ρόλο της μοναδικής υπερδύναμης στον κόσμο, να αποστασιοποιηθούμε από την πολιτική των ΗΠΑ. Εξάλλου οι τελευταίοι υπερπόντιοι πόλεμοι που διεξήγαγε, την εξάντλησαν οικονομικά, στρατιωτικά, ηθικά. Επίσης έχοντας υπόψη ότι στα εθνικά μας θέματα δεν μας συμπαραστέκεται δεόντως (πΓΔΜ, Κυπριακό, Αιγαίο) είναι καιρός να απελευθερωθούμε από τα σύνδρομα της υποταγής, χωρίς αυτή η ανεξαρτοποίηση να σημαίνει ότι δεν θα υπάρχουν φιλικές σχέσεις μεταξύ μας. Παράδειγμα  η σημερινή Τουρκία, η οποία απαλλάχτηκε από τις αμερικάνικες αυταπάτες της βλέποντας τη διπροσωπία των ΗΠΑ, κι έκτοτε ακολουθεί μια πολιτική δίνοντας προτεραιότητα  στα  δικά της  εθνικά συμφέροντα και όχι των ΗΠΑ. 
Η σύσφιξη των σχέσεων μας και με τα νέα κέντρα ισχύος που αναδύονται παγκόσμια, Ρωσία, Κίνα, Ινδία. Την Κίνα την ενδιαφέρουν τα ελληνικά λιμάνια, μέσω των οποίων έχει πρόσβαση στην Ευρώπη. Ας αδράξουμε την ευκαιρία τώρα γιατί η Κίνα επικεντρώνει το ενδιαφέρον της, όλο και πιο έντονα, στην Αφρική, Ινδία. Λατινική Αμερική, θεωρώντας την Ευρώπη αδύναμη και διχασμένη. Όσον αφορά τη Ρωσία, να διαδραματίσουμε πιο ενεργό ρόλο στην ιδέα της ρωσο-ευρωπαϊκής συνεργασίας, έστω κι αν είμαστε μικρή χώρα. Να εκμεταλευτούμε τους κοινούς δεσμούς που είχαμε στο παρελθόν με την ορθόδοξη Ρωσία, να εξαλείψουμε τις αντιρωσικές φοβίες μας, που χαρακτήριζαν το παλιό ΝΑΤΟ κι έκφραζαν αντισοβιετικά κομμουνιστικά κατάλοιπα. Να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη των Ρώσων με μια συνεπή εξωτερική πολιτική, που να δείχνει ότι δεν ακολουθούμε πειθήνια την αμερικάνικη πολιτική. Και η συμφωνία για τον αγωγό South Stream ήταν μια καλή αρχή προς αυτήν την κατεύθυνση, που δυστυχώς προς το παρόν έχει παγώσει.

Δευτέρα 7 Μαρτίου 2011

Βασίλειος Μαρκεζίνης "Επικοινωνιακή Διπλωματία και Διπλωματία Βάθους" και "Μια νέα εξωτερική πολιτική για την Ελλάδα", εκδ. Α.Α.Λιβάνη, 2009 και 2010 αντίστοιχα Μέρος Α!

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 
Ο Βασίλειος Μαρκεζίνης (1944-) με έργο πολυδιάστατο και σημαντικό πάνω στο Διεθνές Δίκαιο, για το οποίο η βασίλισσα της Αγγλίας το 2005 του απένειμε τον τίτλο του "Sir",  έχει διδάξει στις σπουδαιότερες Νομικές Σχολές της Ευρώπης και των ΗΠΑ, έχει πρωτοστατήσει στη δημιουργία του Συγκριτικού Δικαίου ιδρύοντας  Ινστιτούτα Διεθνούς Δικαίου στη Μεγάλη Βρετανία και στις ΗΠΑ, έχει εκδώσει 37 βιβλία γύρω από το Δίκαιο, τη γεωπολιτική, την Τέχνη και την ψυχοβιογραφία, και έχει συμβάλει  στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο και στην προσπάθεια της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Αυτή λοιπόν η διεθνώς αναγνωρισμένη προσωπικότητα που ζει κι εργάζεται στο εξωτερικό, στα δυο  βιβλία του "Επικοινωνιακή Διπλωματία και Διπλωματία Βάθους" και "μια Νέα Εξωτερική Πολιτική για την Ελλάδα" εκφράζει την αγωνία του ως Έλληνας κι ως διανοούμενος για την εξωτερική πολιτική που ακολουθεί η χώρα μας και καταθέτει τις προτάσεις του για την ελληνική εξωτερική πολιτική που πρέπει να ακολουθηθεί κατά τον 21ο αιώνα.
Τα βιβλία αυτά (βλ. εικόνες εξωφύλλου δίπλα) αποτελούν συλλογή δοκιμίων κι άρθρων -εκ των οποίων πολλά έχουν δημοσιευτεί στον ελληνικό Τύπο- κι ως εκ τούτου δεν έχουν αυστηρή συνοχή μεταξύ τους,  αν και τα σχετικά ομοιογενή δοκίμια ομαδοποιούνται σε κεφάλαια.Το «μειονέκτημα» της έλλειψης αυστηρής συνοχής αντισταθμίζεται από την εσωτερική δομή των βιβλίων που περιστρέφεται γύρω από το θέμα της εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδας που δένει τις σκέψεις. Επίσης η ρέουσα γλώσσα που χρησιμοποιείται με τις ξεκάθαρες έννοιες, που σκοπό έχουν να διαφωτίσουν κι όχι να συσκοτίσουν τον αναγνώστη, να πείσουν με επιχειρήματα και τεκμήρια, συμβάλλουν στην ενοποίηση των άρθρων και δοκιμίων. Ο λόγος του εμπλουτίζεται ακόμη με παραθέσεις στίχων ποιητών, αναφορές αρχαίων μύθων,  έκφραση προσωπικών συναισθημάτων (οργή κι αγανάκτηση για το παρόν της Ελλάδας, ελπίδες και διάθεση να εμψυχώσει τους σύγχρονους Έλληνες για να ανακτήσουν τη χαμένη αυτοπεποίθηση κι εθνική υπερηφάνεια τους). Ακόμα δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει λαϊκές εκφράσεις της καθομιλουμένης για να αφυπνίσει τον απογοητευμένο Έλληνα π.χ "που είσαι Ελλαδίτσα;" ή "Ελλάδα ακούς;"
Ως προς την ιδεολογία του δηλώνει ο ίδιος ότι είναι εκλεκτικιστής, αφού η σκέψη του δεν περιχαρακώνεται σε συγκεκριμένες πολιτικο-φιλοσοφικές θεωρίες αλλά επιλέγει στοιχεία από διαφορετικά συστήματα, για να συνθέσει τη δικιά του κοσμοθεωρία. Επίσης ο Β. Μαρκεζίνης είναι Ευρωπαϊστής. Πιστεύει σε μια ενοποιημένη, κι όχι ενιαία, Ευρώπη, όπου δεν θα έχουν όλα ομογενοποιηθεί και στενοχωρείται που η σχετικά πρόσφατη διεύρυνση της Ευρώπης λειτούργησε σε βάρος της εμβάθυνσης της. Καταπολεμά κάθε πολιτική κι ιδίως την Αμερικάνικη που αντιστρατεύεται την ολοκλήρωση της Ενωμένης Ευρώπης. Θεωρεί Δούρειο Ίππο την ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε και τίθεται υπέρ μιας ειδικής σχέσης μαζί της. Βλέπει το μέλλον στον ευρωασιατισμό(σύσφιξη σχέσεων ΕΕ με Ρωσία) κι όχι στον ευρωατλαντισμό επισημαίνοντας την απομάκρυνση Αμερικής-Ευρώπης.
 Ο Β.Μαρκεζίνης αισθάνεται βαθιά Έλληνας και διαφωνεί με τη νοοτροπία και τη συμπεριφορά των «πλουσιο-προσφύγων» Ελλήνων, όπως τους αποκαλεί, που ενδιαφέρονται μόνο για το οικονομικό τους συμφέρον, μεταφέροντας τα χρήματα τους στο εξωτερικό, πολλά απ’ τα οποία απέκτησαν κλέβοντας το ελληνικό δημόσιο. Επίσης η έκδοση των δυο αυτών βιβλίων του, κατά την προσωπική μου γνώμη, μπορεί να εκληφθεί ως απάντηση στο βιβλίο του Τούρκου υπουργού των εξωτερικών Νταβούτογλου  Το Στρατηγικό Βάθος:Η διεθνής θέση της Τουρκίας, ή ως Διάλογος πάνω σε θέματα Διεθνών Σχέσεων με ενδιαφέρον ελληνοτουρκικό αλλά και γενικότερα παγκόσμιο.
 Τέλος πρέπει να τονιστεί η παρρησία του λόγου του, με την οποία εκφράζει τις απόψεις του για σύγχρονα γεωπολιτικά ζητήματα, έστω κι αν δεν αρέσουν σε κάποιους ισχυρούς, όπως αναγνωρίζει. Κι ακόμα γράφει με ειλικρίνεια ό,τι πιστεύει, έστω κι αν διατρέχει τον κίνδυνο να κάνει λάθος, αποδεχόμενος τη ρήση του Γκαίτε «ο άνθρωπος πρέπει να δρα και δρώντας, μοιραίο είναι ότι θα σφάλλει». Ο κίνδυνος του λάθους είναι μέσα στην ανθρώπινη ζωή, αυτό που μετρά είναι οι πρωτότυπες ιδέες χωρίς τις οποίες η ζωή δεν εξελίσσεται, αναφέρει σε άλλο σημείο.

  Περιεχόμενο βιβλίων:

Θέμα: Οι στόχοι της εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδας και το είδος της ελληνικής διπλωματίας μέσω της οποίας αυτή ασκείται. Αυτή για να γίνει κατανοητή παρουσιάζει πρώτον τη νέα επιστήμη της γεωπολιτικής που εμφανίστηκε κατά τον 20ο αιώνα  και δεύτερον το διεθνές πολιτικό κλίμα κι ειδικότερα της ευρύτερης περιοχής στην οποία ανήκει η Ελλάδα. Με την παρουσίαση των θεμάτων αυτών φωτίζονται καλύτερα τα αίτια που επιβάλλουν την αλλαγή πλεύσης της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.
 Στο πλαίσιο των θεμάτων αυτών εξετάζει ακόμα την πολιτική δυναμική των χωρών ΗΠΑ και Ρωσίας, την εξωτερική πολιτική της σύγχρονης Τουρκίας, τις γεωπολιτικές εντάσεις στην ευρύτερη περιοχή (Καύκασος, Ισραήλ…) αλλά και αναφέρεται στα μεγάλα γεωπολιτικά προβλήματα που απασχολούν την παγκόσμια κοινή γνώμη (χώρες της Κεντρικής Ασίας, Ιράν, Ιράκ, Αφγανιστάν), και στη σχέση Ευρώπης-Αμερικής αλλά κι Ευρώπης-Ρωσίας. 

Ο ΠΕΡΙΠΛΟΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ

Στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου του Για μια νέα εξωτερική πολιτική για την Ελλάδα μας εισάγει στον περίπλοκο χαρακτήρα  της γεωπολιτικής, αυτής της νέας επιστήμης, που εμφανίστηκε κατά τον 20ο  αιώνα κι αναπτύσσεται με ταχείς ρυθμούς σήμερα. Οι δυσχέρειες που συναντά ο γεωπολιτικός σχεδιασμός  πηγάζουν:
 Α. από την απαίτηση να συνδυαστούν γνώσεις από διάφορους κλάδους του επιστητού,  όπως γεωγραφία, ιστορία, εθνολογία, ψυχολογία, οικονομία, κοινωνιολογία. «η γεωπολιτική είναι ένας απροσπέλαστος γνωστικός κλάδος λόγω του εύρους και του βάθους των γνώσεων που απαιτούνται για να εξειδικευτεί κάποιος σ’ αυτόν» (σ.29) Γι αυτό χρειάζεται ο έντεχνος συνδυασμός πληροφοριών από πολλές πηγές και το ένστικτο, τα οποία βοηθούν τον άνθρωπο να πάρει τις αποφάσεις που πρέπει. «Ο γεωπολιτικός σχεδιασμός πρέπει να στηριχτεί και στη φαντασία, στη δημιουργική πλην όμως ελεγχόμενη» για να μπορούμε να μαντέψουμε σωστά, αναφέρει.
Β. Απ’ την ταχύτητα της αλλαγής των γεγονότων ή από την έλλειψη σταθερών, ώστε αυτός που σχεδιάζει τη στρατηγική του, πρέπει να έχει στραμμένη την προσοχή του σε πολλά σημεία ταυτοχρόνως, κι αν χρειαστεί να την ξανασχεδιάσει γρήγορα κάνοντας τις αναγκαίες αλλαγές.
Γ. Απ’ την ικανότητα του ασχολούμενου με τη γεωπολιτική να αξιολογεί το υπόβαθρο και τους στόχους των προσωπικοτήτων που εμπλέκονται στο γεωπολιτικό σχεδιασμό. Πρέπει να είμαστε πολύ επιφυλακτικοί στις γεωπολιτικές απόψεις που εκφράζονται και να μη θαμπωνόμαστε απ’ τα μεγάλα ονόματα και τα ερευνητικά ιδρύματα που τις εκφράζουν, διότι πολλοί από αυτούς χρηματοδοτούνται από συγκεκριμένα λόμπι και κυβερνήσεις για να προωθούν τα συμφέροντα τους.  Το ζήτημα δεν είναι η ίδια η χρηματοδότηση, αλλά το γεγονός ότι αυτή κρατείται μυστική ή το ποσόν της χρηματοδότησης, παραβιάζοντας έτσι μια σειρά από νόμους και κανονισμούς, γιατί δεν έχουν σκοπό να προωθήσουν πρώτιστα τα εθνικά συμφέροντα.

Τέλος η επιστήμη της γεωπολιτικής και η δημοσιογραφία γύρω από αυτήν διακρίνεται : α. σε περιγραφική, όπου περιγράφονται τα γεγονότα που σχετίζονται με τα γεωπολιτικά σχέδια, β. σε αναλυτική, όπου προσπαθούν να ερμηνευτούν τα γεγονότα (αίτια, σκοποί), και γ. σε προβλεπτική, όπου προσπαθούν να προβλέψουν τις επόμενες κινήσεις στο γεωπολιτικό παιχνίδι μεταξύ αυτών που συμμετέχουν ή κι άλλων δυνάμεων, που πιθανόν, να θελήσουν να επέμβουν. Δύσκολες οι προβλέψεις –πρέπει να ξέρεις πολλά και να διαισθάνεσαι περισσότερα- αλλά εκεί παίζεται το παιχνίδι! Όποιος προβλέψει σωστά, θα προλάβει και να προετοιμαστεί για το μέλλον για να μη βρεθεί αδιάβαστος κι απροετοίμαστος και χαμένος στο παιχνίδι!

Η  ΝΕΑ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

Το όλον θέμα της εξωτερικής πολιτικής μπορεί να συμπυκνωθεί στα παρακάτω δυο ερωτήματα που αφορούν τους στόχους που αυτή θέτει.
α. Μια κυβέρνηση ασκεί εθνική εξωτερική πολιτική; μελετημένη πολιτική, βάθους κι ουσίας με μακροπρόθεσμους και βραχυπρόθεσμους στόχους;
         ή
β. ασκεί προσωπική, επικοινωνιακή, λαϊκίστικη εξωτερική πολιτική και διπλωματία;

Δυστυχώς για το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, ο συγγραφέας δεν μπορεί να ισχυριστεί το πρώτο, εκτός ολίγων εξαιρέσεων. Αναφέρει[1] «η ελληνική εξωτερική πολιτική είναι παρωχημένη  αδυνατεί να συμβαδίσει με τους μεταβαλλόμενους καιρούς  ακολουθεί δουλικά τις αμερικάνικες προσταγές  ασκείται από υπαλλήλους που διαπρέπουν στις δημόσιες σχέσεις, αλλά όχι στη βαθιά σκέψη».


1.Γιατί πρέπει να αλλάξει η ελληνική εξωτερική, που γενικά ασκείται ως σήμερα;
2.Ποια είναι η νέα εξωτερική πολιτική που προτείνει ο συγγραφέας Β. Μαρκεζίνης;
3.Ποιος είναι ο ρόλος του Υπουργείου Εξωτερικών (ΥΠΕΞ); 
Η δομή του; ο ρόλος των συμβούλων του υπουργού; η ποιότητα και τα κριτήρια πρόσληψης του υπαλληλικού προσωπικού; με ποια κριτήρια χρησιμοποιεί τα κονδύλια που δικαιούται; η χάραξη της εξωτερικής πολιτικής πρέπει να γίνεται από τον Υπουργό ή τον πρωθυπουργός; ποιος χαράσσει την εξωτερική πολιτική στις άλλες χώρες;   και τέλος γιατί το ελληνικό υπουργείο εξωτερικών αδυνατεί να ασκήσει μια μελετημένη εθνική πολιτική σε βάθος χρόνου κι αντίθετα εξαντλείται σε προσωπικές, επικοινωνιακές, λαϊκίστικες πολιτικές χωρίς βάθος;

1.Ο συγγραφέας επισημαίνει ότι η ελληνική εξωτερική πολιτική είναι μονοδιάστατη, όσον αφορά το γενικό προσανατολισμό της, δεμένη στο άρμα των ΗΠΑ, απ’ το τέλος του Β! Παγκοσμίου Πολέμου, 65 χρόνια στατικότητας, παρόλο που ο κόσμος μεταβάλλεται ραγδαία, ιδίως τα τελευταία 20-30 χρόνια. Οι αλλαγές, που σημειώθηκαν τα χρόνια αυτά και διαμόρφωσαν ένα νέο διεθνές τοπίο, είναι οι ακόλουθες:
Α. η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης πυροδότησε περισσότερες κι απρόβλεπτες συνέπειες, απ’ όσες είχαν υπολογιστεί.  Το διπολικό σύστημα που επικρατούσε κατά τη διάρκεια του Ψυχρού πολέμου κατέρρευσε και οι ΗΠΑ ενώ είχαν απομείνει η μοναδική υπερδύναμη στον κόσμο για λίγα χρόνια,  στη συνέχεια η παγκόσμια κυριαρχία της κλονίστηκε και σήμερα αμφισβητείται από τα νέα παγκόσμια κέντρα ισχύος που αναδύονται στην Ασία (Κίνα, Ινδία…) και τη Ρωσία. Ζώντας λοιπόν σ’ αυτή τη μεταβατική εποχή, που η κατάσταση είναι ρευστή και συγκρουσιακή μέχρι να παγιωθεί ένα καινούργιο σύστημα παγκόσμιας ισορροπίας –τριπολικό (ΗΠΑ-Ρωσία-Κίνα) ή μια νέα παραλλαγή του διπολικού συστήματος - η Ελλάδα πρέπει να διαμορφώσει μια πολιτική ίσων αποστάσεων απ’ τα κυριότερα κέντρα ισχύος σήμερα την Αμερική, την Κίνα, τη Ρωσία, και να πάψουμε να ακολουθούμε πιστά σε βάρος μάλιστα του εθνικού μας συμφέροντος (δες πΓΔΜ, Κύπρος, Αιγαίο) τις προσταγές των ΗΠΑ. Αυτό το γεωπολιτικό κενό που δημιουργήθηκε απ’ την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης διείδε κι εκμεταλεύτηκε πρώτος ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών  Νταβούτογλου κι αναθεώρησε την τουρκική εξωτερική πολιτική στη μεταψυχροπολεμική εποχή. Και με χιούμορ ο Μαρκεζίνης κλείνει κάποιο απ’ τα δοκίμια του λέγοντας «Ελλαδίτσα τ’ ακούς;» υπονοώντας ότι εμείς έχουμε παραμείνει ακόμη στη λογική του Ψυχρού πολέμου.

 Β. Ένας επιπλέον λόγος αποστασιοποίησης της εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδας από την πολιτική των ΗΠΑ είναι ότι επιταχύνεται όλο και περισσότερο η απομάκρυνση της Ευρώπης –στην οποία ανήκει κι η Ελλάδα- από την Αμερική, ιδίως μετά την κατάρρευση της σοβιετικής απειλής, ενώ αναδύεται η προσέγγιση Ευρώπης- Ρωσίας.
Ο ευρωατλαντισμός δηλαδή η προσέγγιση Ευρώπης-Αμερικής είναι ένας μύθος, τονίζει ο συγγραφέας κι όπως κάθε μύθος έχει μια λογική βάση που στηριζόταν, κατά το παρελθόν, πάνω στα κοινά τους συμφέροντα. Για παράδειγμα πίσω από το σχέδιο Μάρσαλ, σύμφωνα με το οποίο η Αμερική βοήθησε την Ευρώπη να ορθοποδήσει μετά το Β! Παγκόσμιο πόλεμο, κρυβόταν η θέληση της Αμερικής να μην εξαπλωθεί ο κομμουνισμός στη Δυτική Ευρώπη και χάσει έναν σπουδαίο στρατηγικό σύμμαχο στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Η προώθηση από τις ΗΠΑ της  επανένωσης της Δυτικής Γερμανίας με την Ανατολική κρύβει την επιθυμία των ΗΠΑ αλλά και της Γερμανίας να δημιουργηθεί ένα ισχυρό προπύργιο ενάντια σε μια  ενδεχόμενη ανάκαμψη της Ρωσίας. Επειδή όμως στους γεωπολιτικούς σχεδιασμούς υπάρχει και το απρόβλεπτο η επανένωση της Γερμανίας συνέβαλε στην ισχυροποίηση της, έτσι ώστε να φλερτάρει τώρα με τη Ρωσία, κάνοντας απιστίες στις ΗΠΑ! Με δυο κουβέντες «ο γάμος Αμερικής-Ευρώπης ήταν γάμος από συμφέρον κι όχι από έρωτα»(σ.168) καταλήγει ο συγγραφέας, και βέβαια πάντοτε υπήρχαν υποβόσκουσες εντάσεις μεταξύ των ΗΠΑ και της Ευρώπης ήδη από την εποχή της αμερικάνικης ανεξαρτησίας.
Όσο χάνει έδαφος όμως ο ευρωατλαντισμός τόσο μεγαλώνουν τα περιθώρια για να αναπτυχθεί ο ευρωασιατισμός για να χρησιμοποιήσω το νέο όρο της σύγχρονης διπλωματίας. Η Ευρώπη έχει ανάγκη τη Ρωσία και η Ρωσία την Ευρώπη.  Η  Ευρωπαϊκή Ένωση προτιμά το ρωσικό φυσικό αέριο από το πετρέλαιο της Μέσης Ανατολής με τις δυσκολίες μεταφοράς του και την πολιτική εξάρτηση από τις πολιτικά «ασταθείς» χώρες που το παράγουν. Η Ρωσία έχει ανάγκη τη τεχνογνωσία της Ευρώπης κι οι δυο βλέπουν καινούργιες αγορές να ανοίγονται μπροστά τους, η πρώτη για να πουλήσει ενέργεια κι η δεύτερη για επενδύσεις. Ακόμα ο ενδόμυχος φόβος[2] της αχανούς Ρωσίας μπροστά στην ταχύτατη ανάπτυξη της γείτονος της κι υπερπληθούς Κίνας την ωθεί να αναζητεί στρατηγικό σύμμαχο στην αναπτυγμένη γειτονική της Ευρώπη. Εξάλλου η Ρωσία (ως τα Ουράλια) ανήκει στην Ευρώπη γεωγραφικά, ιστορικά, πολιτισμικά, θρησκευτικά. Η λογοτεχνία της, η αρχιτεκτονική της, η πολιτική της ιστορία…πάντα ήταν συνδεδεμένα με την Ευρωπαϊκή ιστορία και πολιτισμό. Ο συγγραφέας Β. Μαρκεζίνης τίθεται ανεπιφύλακτα υπέρ της Ευρωσίας ή Ευρασίας λέγοντας[3] χαρακτηριστικά « θεωρώ συναρπαστικό αντικείμενο μελέτης, βλέπω ως ένα είδος διανοητικής παρτίδας σκάκι […]τη συνεργασία εντός της Ευρώπης υπό την ευρύτερη γεωγραφική έννοια του όρου. Διότι, εάν επιτευχθεί αυτή η συνεργασία, θα μπορούσε να εξοπλίσει καλύτερα την Ευρώπη και τη Ρωσία, ώστε να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τα διάφορα σημεία σύγκρουσης, […] που μπορεί να απειλήσουν και τις δυο πολύ περισσότερο από τους κινδύνους που προκύπτουν από τη μέχρι τώρα αντιπαλότητα τους.  Δυστυχώς όμως το αντικομμουνιστικό σύνδρομο, κατάλοιπο του Ψυχρού πολέμου, εμποδίζει τους Έλληνες να δουν θετικά τη Ρωσία και τα οφέλη από μια στενότερη συνεργασία μαζί της. 

Γ. Επίσης η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης έφερε μια σειρά αλλαγών που αποσταθεροποίησαν την υπάρχουσα ισορροπία στην περιοχή που έλεγχε παλαιότερα. Η δημιουργία νέων κρατών στην Κεντρική Ασία, (Καζακστάν και Τουρκμενιστάν…) και στον Καύκασο (Γεωργία, Αρμενία, Αζερμπαϊτζάν) και οι συνεχιζόμενοι πόλεμοι εκεί άλλαξαν τα δεδομένα. Η πολυφυλετική και πολυθρησκευτική σύνθεση των λαών που κατοικούν τον Καύκασο δυσκολεύει τη συγκρότηση εθνικών κρατών. Η επέμβαση όμως των ισχυρών της γης εκεί για ίδια συμφέροντα κάνει την κατάσταση πολύ πιο εκρηκτική.  Πρώτον, ο τεράστιος ενεργειακός πλούτος που βρίσκεται στις περιοχές αυτές, με πρώτο το Τουρκμενιστάν, που θεωρείται ο γίγαντας[4] των ενεργειακών αποθεμάτων, έφερε σε σύγκρουση τους ισχυρούς της γης, κύρια Ρωσία-Αμερική αλλά κι Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεύτερον, οι χώρες του Καυκάσου βρίσκονται πάνω στο δρόμο που ενώνει Ανατολή-Δύση και Βορά-Νότο, δρόμο αναγκαίο για τη μεταφορά του πετρελαίου και φυσικού αερίου στην Ευρώπη και για την πρόσβαση της Ρωσίας στις θερμές θάλασσες (Εύξεινος, Μεσόγειος, Περσικός κόλπος). Η Αμερική και η Ρωσία λοιπόν βιάζονται ποιες απ’ τις περιοχές αυτές θα βρεθούν κάτω από τη σφαίρα επιρροής τους. Γι’ αυτό μπλέκουν στα γεωπολιτικά τους παιχνίδια τους λαούς που κατοικούν εκεί, τονίζοντας τις διαφορές τους, φανατίζοντας τους, κι υποβοηθώντας τους στρατιωτικά. Τρίτον, ας μην ξεχνούμε ότι οι περιοχές αυτές βρίσκονται πάνω σε τμήμα της περιμέτρου που κυκλώνει τη Ρωσία -περίμετρο που η Αμερική από την εποχή του Ψυχρού πολέμου περιέλαβε στη γεωπολιτική στρατηγική της θέλοντας να ελέγχει την κομμουνιστική Ρωσία, κι ακόμη και σήμερα εξακολουθεί το ίδιο, παρότι ο κομμουνισμός κατάρρευσε. Γιατί; Όσο όμως η Ρωσία αισθάνεται αυτόν τον κλοιό να την  περισφίγγει, τόσο  θα ασφυκτιά, σαν το θηρίο στο κλουβί του και θα αγριεύει. Φαντάζεστε λοιπόν, τι αντιθέσεις συμφερόντων υπάρχουν μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, που εμπλέκονται με τις αντιθέσεις των μικρών λαών και των φυλών της περιοχής, και γιατί οι πόλεμοι εκεί δεν έχουν τελειωμό, μέχρι να κλείσει αυτό το γεωπολιτικό κενό!
Η γείτονος μας Τουρκία, γείτονος εκ Βορειοανατολικών και με  χώρες του Καυκάσου και της Κεντρικής Ασίας διείδε πρώτη το γεωπολιτικό κενό λόγω της διαταραχθείσης ισορροπίας κι άλλαξε την εξωτερική της πολιτική. Φιλοδοξεί επηρεάζοντας το μουσουλμανικό στοιχείο ή τους τουρκόφωνους που υπάρχουν εκεί, να αναδειχθεί σε περιφερειακή δύναμη, παίζοντας το ρόλο του διαμεσολαβητή, για να κερδίσει έτσι οφέλη για τον εαυτό της.
Δ. Πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά το θέμα των αγωγών, που θα μεταφέρουν πετρέλαιο και φυσικό αέριο από τον Καύκασο στην Ευρώπη έχει ξεσπάσει σφοδρός ανταγωνισμός μεταξύ των δυνάμεων που εμπλέκονται στη μεταφορά ενέργειας. Αυτός ή αυτοί που θα ελέγχουν τη μεταφορά τους θα προσκομίσει τεράστια οικονομικά και πολιτικά οφέλη. Μέχρι στιγμής έχουν σχεδιαστεί οι εξής αγωγοί, αλλά η λειτουργία τους απαιτεί τεράστια οικονομικά ποσά για την  κατασκευή τους, αρκετή ποσότητα αερίου ή πετρελαίου για την καθημερινή ροή τους –που μια μόνο χώρα παραγωγής ενέργειας δυσκολεύεται να την καλύψει- και συμφωνίες πολιτικές μεταξύ των κρατών που αναγκαστικά θα συνεργαστούν για την ολοκλήρωση του έργου.
Ο αγωγός Nabucco Stream, αμερικανοτουρκικών συμφερόντων, ξεκινά από το Μπακού του Αζερμπαϊτζάν στην Κασπία θάλασσα και διερχόμενο από την Τουρκία φτάνει στο Μπουργκάς της Βουλγαρίας και μέσω Ρουμανίας, Ουγγαρίας διακλαδίζεται στα γειτονικά κράτη.
Ο αγωγός South Stream, ρωσικών συμφερόντων κι ιταλικών ακόμη, ξεκινά από τα ανατολικά παράλια του Εύξεινου Πόντου της Ρωσίας, διασχίζει υπόγεια τον Εύξεινο Πόντο και φτάνει στο Μπουργκάς της Βουλγαρίας. Από κει διακλαδίζεται στα δυο: ο ένας αγωγός δια μέσου της Β. Ελλάδας φτάνει στην Κάτω Ιταλία κι ο άλλος μέσω Σερβίας φτάνει στην Αυστρία και στις άλλες χώρες της Ευρώπης.
Ο Blue Stream, ρωσοτουρκικών συμφερόντων, επαναδραστηριοποιήθηκε ως ιδέα, όταν η Βουλγαρία ανέβαλε (προσωρινά έστω;) τον αγωγό South Stream, κάτω από τη πίεση της Αμερικής ή απ’ την απληστία της, αναφέρει ο συγγραφεύς, για να μείνει η Ρωσία εκτός παιχνιδιού ή να μπει καθυστερημένα στο παιχνίδι, αν θα τη συμφέρει πια. Έτσι η Ρωσία, ως εναλλακτική λύση, προωθεί τον αγωγό που απ’ τα παράλια της Ρωσίας διέρχεται υπογείως τον Εύξεινο και φτάνει στη πόλη Σαμψούντα του Πόντου κι από εκεί Άγκυρα και μετά Ελλάδα,  (μέσω Θράκης) κι από Ελλάδα στην Ιταλία.
Η Ρωσία και η Τουρκία σχεδιάζουν κι άλλον αγωγό Σαμψούντα-Άδανα(Τσεϊχάν), που ξεκινά από τη Σαμψούντα του Πόντου, διασχίζει σχεδόν κάθετα την Τουρκία και καταλήγει στην πόλη Τσεϊχάν (Άδανα), απέναντι από την Κύπρο.
   Η Τουρκία με τη συμμετοχή της σε δυο (ή τρεις) αγωγούς και ρωσικών κι αμερικάνικων συμφερόντων, στο Nabucco και στο  Blue Stream, που μεταφέρουν ενέργεια κι από τις πηγές της Ρωσίας κι από τις πηγές του Καυκάσου, πετυχαίνει μεγάλη νίκη οικονομική και γεωστρατηγική, διότι καθίσταται η χώρα-κλειδί απ’ την οποία θα περάσουν αναγκαστικά όλοι οι αγωγοί. Η Τουρκία ασκεί εθνική εξωτερική πολιτική και δεν φοβάται την Αμερική να αναπτύξει σχέσεις ενεργειακές και με τη Ρωσία. Έτσι εξασφαλίζει φτηνότερη ενέργεια για την ίδια, είσπραξη ναύλων μεταφοράς, και πετυχαίνει να εξαρτώνται από αυτήν οι χώρες, τις οποίες προμηθεύει ενέργεια, που πρακτικά σημαίνει ότι μπορεί να τις πιέζει να υποχωρούν σε θέματα γεωστρατηγικά, στα οποία διαφωνούν οι δυο χώρες.
Για την Ελλάδα έχει μεγάλη σημασία, αν προμηθευόμαστε ενέργεια μέσω Τουρκίας, από τον Blue Stream, διότι τότε η πολιτική εξάρτηση της Ελλάδας από την Τουρκία είναι δεδομένη, τη στιγμή που  υπάρχουν διεκδικήσεις της γείτονος χώρας σε θέματα εθνικής κυριαρχίας μας. Αντίθετα η διέλευση του South Stream από την Ελλάδα καθιστά τη χώρα μας ανεξάρτητη από την Τουρκία, η οποία σημειωτέον δεν συμμετέχει στον αγωγό αυτόν.

Ε. Ακόμα το νέο Ανατολικό ζήτημα, όπως το χαρακτηρίζει ο συγγραφέας, και για το οποίο αφιερώνει ολόκληρο το 3ο κεφάλαιο του βιβλίου του Μια νέα εξωτερική πολιτική για την Ελλάδα, αποτελεί έναν ακόμη λόγο για να επαναπροσδιορίσουμε την εξωτερική πολιτική μας. Η αναβίωση του νέο-οθωμανισμού με το δόγμα Νταβούτογλου, ο οποίος κατάφερε να ντύσει τον επεκτατισμό της σύγχρονης Τουρκίας με ιστορικό και επιστημονικό μανδύα, φανερώνει ότι ένα νέο Ανατολικό Ζήτημα, αρχίζει να αναδύεται, διαφορετικό κι αντίθετο ακόμα απ’ το Ανατολικό Ζήτημα του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα. Το παλαιό Ανατολικό ζήτημα αποτέλεσε ένα μακροχρόνιο και φλέγον διεθνές ζήτημα, που αφορούσε τη διανομή της καταρρέουσας Οθωμανικής αυτοκρατορίας και τον ανταγωνισμό των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής εκείνης –με προεξάρχοντες την Αγγλία και τη Ρωσία, ακολουθούμενες από Γαλλία και Γερμανία- σχετικά με τον έλεγχο των περιοχών που θα αποσχίζονταν, κατά τη διάλυση και  διανομή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Αυτό το Ανατολικό ζήτημα, που έληξε με τον Α! Παγκόσμιο πόλεμο είχε απρόβλεπτες συνέπειες για τους ίδιους τους πρωταγωνιστές αλλά και για τους λαούς που ζούσαν μέσα στα σύνορα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Από τη  μια κατάρρευσαν οι αυτοκρατορίες που ανταγωνίζονταν μεταξύ τους (Γερμανική, Ρωσική, Αυστροουγγρική, Γαλλική, Οθωμανική) κι απ’ την άλλη αναδύθηκαν νέα εθνικά κράτη στα Βαλκάνια και στη Μέση Ανατολή.  
Στο δόγμα Νταβούτογλου, πίσω από την «πολυγαμική» εξωτερική πολιτική, όπως την ονομάζει, που σκοπό έχει να αναδείξει την Τουρκία σε περιφερειακή δύναμη, κρύβονται σχέδια εδαφικού επεκτατισμού. «Επειδή η Τουρκία δεν αγνοεί αυτό το γεγονός, έχει φροντίσει να παρουσιάσει ότι το πρόγραμμα Νταβούτογλου βασίζεται α. σε μηδενικά προβλήματα με τους γείτονες   β. στην οικονομική συνεργασία μαζί τους γ. δίνει έμφαση ότι η Τουρκία εκπροσωπεί το ήπιο Ισλάμ κι όχι τον ισλαμικό φονταμενταλισμό».(σ.419)  Ο επεκτατισμός όμως αυτός θα προκαλέσει προβλήματα με παλιούς και νέους γείτονες της Τουρκίας, σύμφωνα με την προβλεπτική γεωπολιτική, με την οποία του αρέσει να ασχολείται ο συγγραφέας Β. Μαρκεζίνης, παρ’ όλες τις δυσκολίες πρόβλεψης και τους κινδύνους διάψευσης της στο μέλλον, όπως χαρακτηριστικά γράφει.
Έτσι στο μέλλον η πολιτική αυτή θα φέρει σε σύγκρουση τη Ρωσία με την Τουρκία, εξ αιτίας των χωρών του Καυκάσου και των τουρκόφωνων χωρών της Κεντρικής Ασίας, τις οποίες η Τουρκία φιλοδοξεί να ελέγχει, και οι οποίες όμως συνορεύουν με τη Ρωσία καθιστώντας έτσι ασφυκτικό τον κλοιό γύρω από αυτήν. Επίσης θα φέρει σε σύγκρουση το Ισραήλ με την Τουρκία, εξ αιτίας των Παλαιστινίων, τους οποίους  τώρα τελευταία η Τουρκία αρχίζει να προστατεύει, θέλοντας να αναδειχτεί σε ηγέτιδα δύναμη των μουσουλμάνων της Μέσης Ανατολής, θέση όμως που διεκδικεί και το Ιράν. Επίσης ανακαλύπτοντας έναν νέο ρόλο για τον εαυτό της, ως προστάτιδα των μουσουλμάνων στα Βαλκάνια, (Βοσνία,  Κοσσυφοπέδιο), δεν αποκλείεται στο μέλλον να εγείρει θέμα για «τουρκικές» μειονότητες στην Ελλάδα (Θράκη) και στη Βουλγαρία.
Ακόμα δεν είναι αλήθεια ότι η Τουρκία έχει μηδενικά προβλήματα με γείτονες λαούς, αφού με τους Έλληνες είναι ανοιχτά τα προβλήματα στο Αιγαίο, στην Κύπρο. Κι επίσης το Κουρδικό ζήτημα δεν έχει λυθεί. Πίσω λοιπόν από τα ωραία λόγια του δόγματος Νταβούτογλου κρύβονται ίδια συμφέροντα. Εμείς λοιπόν οι Έλληνες, ας μη βιαστούμε να κλείσουμε συμφωνίες μαζί τους, τονίζει ο συγγραφέας, υπονοώντας ίσως οικονομικές συμφωνίες για συνεκμετάλλευση του Αιγαίου, διότι μπάζουμε τον εχθρό μέσα στο σπίτι μας από την πίσω αυλή, όπως γράφτηκε στον αθηναϊκό Τύπο[5], με ευκαιρία την επίσκεψη Παπανδρέου στο Ερζερούμ. Στην άποψη του Ναβούτογλου ότι το ήπιο Ισλάμ πρεσβεύει σε αξίες που είναι συμβατές με τις αξίες του χριστιανισμού", ο νομικός επιστήμονας Μαρκεζίνης τονίζει ότι θεωρητικά ωραία ακούγεται η άποψη αυτή, στην πρακτική όμως εφαρμογή της δεν ισχύει αυτό, γεγονός που αποδεικνύεται από τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Τουρκία να εναρμονίσει το δίκαιο της σύμφωνα με τα ανθρώπινα δικαιώματα, που ισχύουν στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, απαραίτητη προϋπόθεση για να ενταχθεί στην ΕΕ.
Γι όλους αυτούς γενικά τους λόγους η ελληνική εξωτερική πολιτική πρέπει να επαναπροσδιοριστεί για να συμβαδίζει με τους σύγχρονους καιρούς.

ΜΕΡΟΣ Β' 

Ο συγγραφέας Σπύρος Μαρκεζίνης, αφού μας εξήγησε για ποιούς λόγους πρέπει να αλλάξει η ελληνική εξωτερική πολιτική (βλέπε στο ίδιο μπλοκ),  στη συνέχεια  παρουσιάζει τους στόχους που πρέπει να θέσει η νέα ελληνική εξωτερική πολιτική. 
2.Οι ΣΤΟΧΟΙ να επικεντρωθούν στα εξής: Βαθμιαία ανεξαρτοποίηση μας από την πολιτική των ΗΠΑ  Είναι ευκαιρία λοιπόν αυτή τη χρονική στιγμή, που η κατάσταση στη διεθνή σκηνή είναι ρευστή και που οι ΗΠΑ στο εσωτερικό τους αντιμετωπίζουν πολλά προβλήματα και δεν μπορούν πλέον να παίξουν το ρόλο της μοναδικής υπερδύναμης στον κόσμο, να αποστασιοποιηθούμε από την πολιτική των ΗΠΑ. Εξάλλου οι τελευταίοι υπερπόντιοι πόλεμοι που διεξήγαγε, την εξάντλησαν οικονομικά, στρατιωτικά, ηθικά. Επίσης έχοντας υπόψη ότι στα εθνικά μας θέματα δεν μας συμπαραστέκεται δεόντως (πΓΔΜ, Κυπριακό, Αιγαίο) είναι καιρός να απελευθερωθούμε από τα σύνδρομα της υποταγής, χωρίς αυτή η ανεξαρτοποίηση να σημαίνει ότι δεν θα υπάρχουν φιλικές σχέσεις μεταξύ μας. Παράδειγμα  η σημερινή Τουρκία, η οποία απαλλάχτηκε από τις αμερικάνικες αυταπάτες της βλέποντας τη διπροσωπία των ΗΠΑ, κι έκτοτε ακολουθεί μια πολιτική δίνοντας προτεραιότητα  στα  δικά της  εθνικά συμφέροντα και όχι των ΗΠΑ. 
Η σύσφιξη των σχέσεων μας και με τα νέα κέντρα ισχύος που αναδύονται παγκόσμια, Ρωσία, Κίνα, Ινδία. Την Κίνα την ενδιαφέρουν τα ελληνικά λιμάνια, μέσω των οποίων έχει πρόσβαση στην Ευρώπη. Ας αδράξουμε την ευκαιρία τώρα γιατί η Κίνα επικεντρώνει το ενδιαφέρον της, όλο και πιο έντονα, στην Αφρική, Ινδία. Λατινική Αμερική, θεωρώντας την Ευρώπη αδύναμη και διχασμένη. Όσον αφορά τη Ρωσία, να διαδραματίσουμε πιο ενεργό ρόλο στην ιδέα της ρωσο-ευρωπαϊκής συνεργασίας, έστω κι αν είμαστε μικρή χώρα. Να εκμεταλευτούμε τους κοινούς δεσμούς που είχαμε στο παρελθόν με την ορθόδοξη Ρωσία, να εξαλείψουμε τις αντιρωσικές φοβίες μας, που χαρακτήριζαν το παλιό ΝΑΤΟ κι έκφραζαν αντισοβιετικά κομμουνιστικά κατάλοιπα. Να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη των Ρώσων με μια συνεπή εξωτερική πολιτική, που να δείχνει ότι δεν ακολουθούμε πειθήνια την αμερικάνικη πολιτική. Και η συμφωνία για τον αγωγό South Stream ήταν μια καλή αρχή προς αυτήν την κατεύθυνση, που δυστυχώς προς το παρόν έχει παγώσει.

Γεννήθηκα στο 1402, Παναγιώτης Κανελλόπουλος, εκδ. εφημ.Βήμα,

Η διαμόρφωση της νεοελληνικής εθνικής συνείδησης είναι το θέμα του βιβλίου "Γεννήθηκα στο 1402", που εξέδωσε το 1957 ο  Παναγιώτης Κανελλόπουλος (1902-1986), γνωστή πνευματική και πολιτική προσωπικότητα της σύγχρονης Ελλάδας (καθηγητής Κοινωνιολογίας στο πανεπιστήμιο Αθηνών, ακαδημαϊκός, συγγραφέας αλλά και βουλευτής, υπουργός και δυο φορές πρωθυπουργός το1945 και το 1967). Το έργο του "Γεννήθηκα στο 1402"  έχοντας ως επίκεντρο τα τελευταία 51 χρόνια (1402-1453) της Βυζαντινής αυτοκρατορίας παρακολουθεί όλες τις αγωνιώδεις προσπάθειες της πολιτικής και πνευματικής ηγεσίας της για το πώς μπορεί να διασωθεί η αυτοκρατορία από τους Οθωμανούς Τούρκους. Μέσα από τις προσπάθειες αυτές ξεπροβάλλει ο κύκλος των διανοουμένων της Παλαιολόγειας Αναγέννησης, που επανασυνδέουν το ελληνικό Γένος με την ελληνική αρχαιότητα ενώ αποστασιοποιούνται από τη ρωμαϊκή κληρονομιά της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Οι λόγιοι της εποχής αυτοχαρακτηρίζονται με το όνομα Έλληνες, αποφεύγοντας το χαρακτηρισμό Ρωμιοί, που είχε επικρατήσει για χίλια σχεδόν χρόνια. «Έλληνες εσμέν, ων ηγείσθε και βασιλεύετε, ως η τε φωνή και η πάτριος παιδεία μαρτυρεί»» αναφωνεί ο Γεώργιος Γεμιστός ή Πλήθων σε επιστολή του προς τον αυτοκράτορα Μανουήλ Β! Παλαιολόγο (1391-1425). Η αφύπνιση της νεοελληνικής συνείδησης έχει ήδη ξεκινήσει!

Κυριακή 6 Μαρτίου 2011

"Χιροσίμα αγάπη μου", κινηματογραφική ταινία του Alain Resnais, σενάριο Marguerite Duras


Κινηματογραφική ταινία του 1959, του Γάλλου σκηνοθέτη Αλαίν Ρεναί, σε σενάριο της  Γαλλίδας συγγραφέως  Μαργκερίτ Ντυράς. Μια ταινία του νέου γαλλικού κινηματογράφου,γνωστού ως "nouvelle vague", που παραμένει πάντα επίκαιρη και διαχρονική.
Η «Χιροσίμα, Αγάπη μου» είναι μια ταινία-δοκίμιο πάνω στη δύναμη της μνήμης ως όπλο ενάντια στο πέρασμα του χρόνου. Η μνήμη όμως μπορεί να προκαλεί αβάσταχτο πόνο, όταν μας πληγώνει για κάτι αγαπημένο που χάσαμε ή για κάτι φρικιαστικό που ζήσαμε. Γι αυτό έρχονται στιγμές που ο άνθρωπος θέλει να ξεχάσει τα γεγονότα της ζωής του που τον πονούν τόσο πολύ, για να μπορέσει να συνεχίσει να ζει. Απ’ τη άλλη όμως τη λησμονιά αυτών που κάποτε τον συγκλόνισαν τόσο την εκλαμβάνει  ως προδοσία, αυτών που αγάπησε τόσο πολύ ή αυτών που τον πλήγωσαν τόσο βαθιά, και δεν θέλει να ξεχάσει τελικά την ίδια τη ζωή του. Όμως όλα είναι ζήτημα χρόνου. Ο άνθρωπος γίνεται παρανάλωμα στο χρόνο!
      Μεγάλοι έρωτες, που νομίζει ο άνθρωπος ότι δεν θα ξεχάσει ποτέ, έρχεται καιρός που κάποτε λησμονιούνται! Πόλεμοι, φρικιαστικά εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας έρχεται κάποτε που ξεχνιούνται και τα τεκμήρια του καταντούν μουσειακά εκθέματα για να μη τα λησμονούν οι επερχόμενες γενιές! Αλλά η ζωντανή  μνήμη αυτών των ίδιων ανθρώπων που βίωσαν τα γεγονότα, μετά το θάνατο τους δεν υπάρχει πια. Και τα μουσειακά εκθέματα δεν είναι η ίδια η ζώσα μνήμη.
        Στην κινηματογραφική ταινία «Χιροσίμα, Αγάπη μου» συμπλέκονται δυο τραυματικές εμπειρίες, του έρωτα και του θανάτου, που σημάδεψαν τη μνήμη των ηρώων. Απ’ τη μια το βίαιο ξερίζωμα του πρώτου νεανικού έρωτα της  Γαλλίδας ηρωίδας του έργου για το νεαρό Γερμανό στρατιώτη, κατακτητή της πατρίδας της κατά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Απ’ την άλλη η καταστροφή της Χιροσίμας απ’ τη ρίψη της ατομικής βόμβας στον ίδιο πόλεμο, που σημάδεψε τη μνήμη του Ιάπωνα εραστή, τώρα, της ηρωίδας του έργου. Μήπως όμως κι ο καινούργιος έρωτας της Γαλλίδας δημοσιογράφου προς το Ιάπωνα αρχιτέκτονα-ξεναγό της στη μεταπολεμική Χιροσίμα θα ξεχαστεί, όπως οι προηγούμενες εμπειρίες τους; Η ανάγκη επιβίωσης κι ο χρόνος τα γιατρεύει όλα … γιατί ο άνθρωπος πρέπει να ζήσει!
     Πως όμως  μπορεί ο άνθρωπος να νικήσει το χρόνο και να περιγράψει τη συγκίνηση της ζώσας μνήμης αυτών  που έζησαν  αυτά τα συγκλονιστικά γεγονότα; Μόνο η Τέχνη μπορεί να μεταδώσει τη συγκίνηση του βιώματος που ο χρόνος – καταλύτης το διαβρώνει ώστε να ξεχαστεί. Κι εδώ ακριβώς έγκειται η αξία της τέχνης , αφού μόνο αυτή μετουσιώνει το βίωμα σε λογοτεχνία, σε τραγούδι, σε κινηματογράφο, σε ζωγραφιά, σε μουσική, σε ποίηση για να μη λησμονηθεί απ’ τις επερχόμενες γενιές!
       Η ανάμνηση είναι ένα προσωπικό συναίσθημα, που εξαφανίζεται μαζί με τον άνθρωπο που το έζησε, ενώ η Τέχνη είναι η ζωντανή μνήμη της ανθρωπότητας, που διασώζει την ουσία της ίδιας της ανθρώπινης ύπαρξης σε αντίθεση με την επιστήμη της ιστορίας, που καταγράφει την πορεία της ανθρωπότητας στο χρόνο με την ακρίβεια βέβαια του ψυχρού ορθολογισμού, εξορίζοντας όμως το συναίσθημα! 

                                                                                 Σούλη Αγγελική
                                                                                 Ζάκυνθος, καλοκαίρι 2005
Υ.Γ.
Ο σκηνοθέτης Αλαίν Ρεναί είναι ένας από τους εκπροσώπους του γαλλικού κινηματογραφικού ρεύματος, του «Νέου Κύματος», γνωστού ως Nouvelle Vague, που έδωσε έμφαση στο πλάνο και στο μοντάζ, υποβαθμίζοντας τους διαλόγους με τη μορφή των ερωταποκρίσεων, τις οποίες θεωρούσε ως δεκανίκια της εικόνας και αναβαθμίζοντας τον ουσιαστικό διάλογο. Στο ρεύμα αυτό ανήκει ο Γκοντάρ, ο Τρυφό, ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος κι άλλοι.                                                                                               

Σκηνές από το βίο του Μάξιμου του Γραικού, Μήτσος Αλεξανδρόπουλος, εκδ. εφημερ.Βήμα


Στο Πριγκιπάτο της Μόσχας στα 1518 μ.Χ. –μόλις 65 χρόνια μετά την Άλωση της Κων/λης- καταφθάνει ο Μάξιμος, ο επονομαζόμενος ο Γραικός, μοναχός και λόγιος απ’ το Άγιο Όρος, προσκεκλημένος απ’ τον πρίγκιπα Βασίλειο Γ! για να επιβλέψει τη διόρθωση των ιερών εκκλησιαστικών βιβλίων των Ρώσων.
Tην προσωπικότητα του Μάξιμου του Γραικού (1470-1556) επιλέγει ο συγγραφέας Μήτσος Αλεξανδρόπουλος (1924-2008) να ιστορήσει, διότι κατά την προσωπική μου γνώμη, αισθάνεται πολύ αλληλέγγυος μαζί της, αν και τους χωρίζουν σχεδόν 500 χρόνια. Είναι κι οι δυο Έλληνες που βρέθηκαν –για διάφορους λόγους ο καθένας- να ζουν στη μακρινή Μόσχα για πάρα πολλά χρόνια, τα πιο δημιουργικά της ζωής τους και ν’ ασχολούνται κι οι δυο με τα Γράμματα. Ο Μάξιμος μεταφράζοντας ελληνικά κείμενα στα ρώσικα και γράφοντας πλήθος επιστολών ενώ ο συγγραφέας Μ. Αλεξανδρόπουλος μεταφράζοντας κι ερμηνεύοντας τη ρώσικη λογοτεχνία[2] στα ελληνικά γράφοντας διάφορες μελέτες, όταν βρέθηκε -μετά τα δραματικά γεγονότα που συνέβησαν στην Ελλάδα τη δεκαετία του 1940- ως πολιτικός πρόσφυγας[3] στη Ρωσία, εργαζόμενος στο Λογοτεχνικό Ινστιτούτο[4] της Μόσχας. Και για τους δυο είχε απαγορευτεί η επιστροφή στην πατρίδα για πολλά χρόνια, μόνο που ο Μ. Αλεξανδρόπουλος πρόφτασε να επιστρέψει   και να πεθάνει  στην  Ελλάδα, ενώ  ο   Μάξιμος πέθανε στην ξενιτιά με τη νοσταλγία της πατρίδας του να τον κατατρύχει.    Βέβαια ο στόχος του συγγραφέα –όπως δηλώνεται στο Σημείωμα της Α! έκδοσης του έργου στα ρώσικα- δεν περιορίζεται στη μυθιστορηματική βιογραφία του Μάξιμου Γραικού αλλά φιλοδοξεί να ζωντανέψει «τον άνθρωπο και την εποχή του […] και συγκεκριμένα το δημιουργικό πυρετό που ζούσε τότε η Ρωσία […] που η παλιά τάξη αποσυρόταν απ’ το ιστορικό προσκήνιο και στη θέση της ερχόταν ένας καινούργιος κόσμος». Αυτά που εξιστορούνται στο «Σκηνές απ’ το βίο του Μάξιμου, του Γραικού»  αποτελούν κεφάλαια της ρώσικης ιστορίας, αναφέρει ο συγγραφέας, αλλά σχετίζονται και με την ελληνική ιστορία, αφού ο Μάξιμος, ως φορέας του ελληνικού ορθόδοξου πνεύματος, μεταλαμπαδιάζει αυτό στο νεοσύστατο τότε εθνικό κράτος της Μοσχοβίας.
           Κάτω απ’ αυτό το πρίσμα, ένα άλλο κοινό σημείο του Μάξιμου και του συγγραφέα θα μπορούσε να είναι ότι κι δυο βίωσαν στη Μόσχα ένα διαφορετικό μετασχηματισμό της ρωσικής κοινωνίας και του κράτους. Η στημένη δίκη του Μάξιμου ίσως θύμιζε στον Αλεξανδρόπουλο τις στημένες δίκες επί Στάλιν, χάριν του Σοβιετικού μετασχηματισμού της ρωσικής κοινωνίας. Πως λοιπόν να μη συγκινηθεί ο συγγραφέας απ’ τη σεβάσμια μορφή του Μάξιμου, που όπως κι αυτός, βρέθηκαν  κι δυο μέσα στη δίνη των ιστορικών-πολιτικών γεγονότων της εποχής τους, τα οποία σημάδεψαν τη ζωή τους;

     Το Βυζάντιο λοιπόν στα πλαίσια της βυζαντινής διπλωματίας του, είχε ήδη εκχριστιανίσει τα ρωσικά φύλα απ’ την εποχή της εμφάνισης τους στην περιοχή του Κιέβου, κατά τον 9ο και 10ο αιώνα μ.Χ. επί ηγεμονίας της Όλγας πρώτα και του Βλαδίμηρου αργότερα, ο οποίος γι’ αυτό ακριβώς το λόγο είχε νυμφευτεί τη βυζαντινή πριγκίπισσα Άννα, αδελφή του αυτοκράτορα Βασιλείου Β!Βουλγαροκτόνου. Μετά την ίδρυση της Μόσχας (1156 μ.Χ.) και την πτώση της Κων/λης (1453 μ.Χ.) εμφανίζεται η θεωρία της Μόσχας ως τρίτης Ρώμης δηλ. ως της μόνης και τελευταίας πρωτεύουσας του χριστιανισμού. Με την πολιτικοθρησκευτική αυτή θεωρία το ισχυρό τώρα πια ρωσικό κράτος της Μόσχας προσπαθεί να παρουσιαστεί ως συνεχιστής της Βυζαντινής κληρονομιάς και να επιβληθεί στους άλλους χριστιανικούς λαούς. Έχει ανάγκη λοιπόν να μεταφραστούν στη ρώσικη γλώσσα πολλά ιερά βιβλία των πατέρων της Εκκλησίας και να διευκρινιστούν τα ασαφή σημεία των κειμένων τους. Ζητούν λοιπόν απ’ την ξακουστή μονή του Βατοπαιδίου του Αγίου Όρους έναν ικανό μοναχό να επιβλέψει το έργο αυτό.
          Τελικά στέλνεται ο Μάξιμος, κατά κόσμο Μιχαήλ Τριβώλης, που είχε γεννηθεί στην Άρτα, γύρω στα 1470. Ο Μάξιμος, αφού σπούδασε στην Κέρκυρα και Ιταλία, εργάστηκε στις ιταλικές πόλεις τον καιρό της Αναγέννησης μεταφράζοντας αρχαία χειρόγραφα και τυπώνοντας εκεί τα πρώτα ελληνικά βιβλία. Βαθύς γνώστης της αρχαίας ελληνικής και λατινικής γραμματείας, πολύγλωσσος, πνεύμα ανήσυχο, γοητεύεται από τον Ιερώνυμο Σαβαναρόλα[1] εγκαταλείπει τα εγκόσμια, ενδύεται το μοναχικό σχήμα και μονάζει σ’ ένα μοναστήρι καθολικών. Απογοητεύεται όμως, ξαναφορά το λαϊκό ένδυμα αλλά τον επόμενο χρόνο ενδύεται ξανά το μοναχικό σχήμα κι αποφασίζει να μονάσει οριστικά στην ορθόδοξη μονή του Βατοπαιδίου του Αγίου Όρους, αναζητώντας εκεί τη βαθύτερη αλήθεια που θα έδινε νόημα στη ζωή του. Η μοίρα όμως θέλησε να ζήσει στη Ρωσία, τα τελευταία 40 χρόνια της ζωής του, στην αρχή ως τιμώμενο πρόσωπο αλλά αργότερα ως διωκόμενο από τη θρησκευτική και κοσμική εξουσία.



Ο Μεγάλος Αμπάι, Μιχάλης Μοδινός, εκδ. Καστανιώτη, 2006

Ο  Μιχ. Μοδινός με το νέο βιβλίο του «ο Μεγάλος Αμπάι» μας χάρισε το ωραίο ταξίδι προς τις πηγές του Νείλου, του Μεγάλου Αμπάι, όπως αποκαλείται στην τοπική αιθιοπική διάλεκτο ο ποταμός–πηγή του Νείλου, που πηγάζει από τη λίμνη Τάνα,  η οποία βρίσκεται πάνω στα πανύψηλα βουνά της Αιθιοπίας. Για τον Τζέιμς Μπρους, τον αρχηγό της εξερευνητικής ομάδας, στόχος του ταξιδιού ήταν η ανακάλυψη των πηγών του Νείλου, κάτι που δεν το είχαν επιτύχει στο παρελθόν, ούτε ο Καμβύσης, ούτε ο Μέγας Αλέξανδρος, ούτε ο Ιούλιος Καίσαρ. Για το Γραικό Στρατή Ταταράκη, συνοδοιπόρο του Μπρους, στόχος ήταν η πορεία προς τις πηγές του Νείλου, η οποία τόσες εμπειρίες και βιώματα  του χάρισε!
        Ο συγγραφέας, Μ. Μοδινός, ένας απ’ τους πρώτους οικολόγους  στην Ελλάδα –όταν η οικολογία ήταν άγνωστη ακόμα στο ευρύ κοινό- καταθέτει την ψυχή του μετουσιώνοντας σε λογοτεχνία βιώματα κι εμπειρίες απ’ τα ταξίδια του στη Μαύρη Ήπειρο! Ένας Ευρωπαίος, παιδί του Διαφωτισμού αλλά με ρίζες που ακουμπούν και στην Ανατολή, ο Στρατής Ταταράκης, ο κεντρικός ήρωας, το alter ego του συγγραφέα, στέκει εκστατικός μπροστά στο διαφορετικό και προσπαθεί να κατανοήσει τον «πρωτόγονο πολιτισμό» των αφρικάνικων φυλών απαλλαγμένος από τα δυτικά στερεότυπα. Τελικά ο «Μεγάλος Αμπάι» είναι ένα ταξίδι στο γεωγραφικό χώρο, στον ιστορικό χρόνο, ένα ταξίδι οικολογικό κι ανθρωπολογικό, στο οποίο έρχονται αντιμέτωπες δυο διαφορετικές  νοοτροπίες και στάσεις ζωής, η ορθολογιστική του δυτικού πολιτισμού και η περισσότερο αισθησιοκρατική  του ανατολίτικου πολιτισμού.